Αρχική σελίδα        

 Εταιρεία

 Μουσείο Λ.Τ.Κ.          

 - Οι Συλλογές   

  -Ψηφιακή Συλλογή      

 -Έκθεμα Μήνα

-Νέα Αποκτήματα

 - Φίλοι Μουσείου

 - Εθελοντισμός

-Πωλητήριο

-Εργαστήρια

Διεθνής Ήμέρα Μουσείων

Δελτία Τύπου  

 Συνέδρια

 Εκδηλώσεις

 Εκδόσεις

 Τοποθεσία

Ώρες Λειτουργίας 

Επικοινωνία

 

 

ΕΚΘΕΜΑ ΜΗΝΑ

 

2020  2019 2018 2017 2016  2015  2014   2013   2012     2011    2010   2009



ΕΚΘΕΜΑ ΜΗΝΑ 2018

 


ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ   ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ  ΜΑΡΤΙΟΣ  ΑΠΡΙΛΙΟΣ  ΜΑΙΟΣ  ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ  ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ  ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ  ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ


 

 

Έκθεμα μήνα Ιανουαρίου 2018

 

Για τον μήνα Ιανουάριο, το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει ένα ξύλινο δεκάπλευρο αναλόγιο (Α.Μ. 38), το οποίο χρονολογείται στον 18ο-19ο αιώνα (διαστάσεις: ύψος 0,72 εκ. και 0,17 εκ. κάθε πλευρά). Το συγκεκριμένο αντικείμενο δωρήθηκε στο Μουσείο πριν από το 1950.
Το αναλόγιο αυτό φέρει γλυπτή και διάτρητη διακόσμηση ενδιαφέρουσας εκκλησιαστικής τέχνης. Σε κάθε μια πλευρά εναλλάξ παρατηρείται φυτική διακόσμηση με διάφορα δοχεία, από τα οποία εκφύονται άνθη παραταγμένα σε δύο σειρές προς τα πάνω, όπως επίσης και ανθοδέσμες, από τις οποίες ξεκινούν διάφορα άνθη και συμπλέκονται. Στο πάνω μέρος φέρει στο μέσον μια οπή, η οποία χρησίμευε για να τοποθετείται η λαμπάδα.
Η κυπριακή λαϊκή ξυλοτεχνία-ξυλογλυπτική διακρίνεται σε τρεις κατηγορίες: την αστική, την αγροτική και την εκκλησιαστική. Τα πιο εντυπωσιακά δείγματα βέβαια ανήκουν στην ομάδα της εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής, στην οποία περιλαμβάνονται: το ξυλόγλυπτο τέμπλο, ο άμβωνας, ο δεσποτικός θρόνος, τα προσκυνητάρια, η αγία Τράπεζα, τα αναλόγια των ψαλτών, οι επιτάφιοι, οι σκάμνοι, οι πόρτες, οι γυναικωνίτες κ.ά.
Οι καλοί ξυλογλύπτες, οι μάστορες του ξύλου, ονομάζονταν ταλιαδώροι και ήταν λίγοι και διάσπαρτοι σ’ ολόκληρο το νησί. Αργότερα, στα τέλη του 19ου αιώνα, εγκαταστάθηκαν στο Καϊμακλί γνωστοί μάστορες και αναπτύχθηκε η περιοχή σε κέντρο εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής. Πολύ γνωστοί ήταν ο Αγαθοκλής Χατζησάββας, ο Αρτέμης Παπαδόπουλος, ο Γεώργιος Κυριάκου, ο Αλέξανδρος Ταλιαδώρος και ο Φυλακτής Ταλιαδώρος.

Το αναλόγιο αυτό εκτίθεται στους χώρους του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου, στην Πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού (εντός του περιβόλου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου).



Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Ελ. Παπαδημητρίου, Η τέχνη του ξύλου στην Κύπρο, Λευκωσία 2003.
-Μ. Δημητρίου, Θησαυροί του Εθνογραφικού Μουσείου Κύπρου, Λευκωσία 2002.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.


Έκθεμα μήνα Φεβρουαρίου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, για τον μήνα Φεβρουάριο, έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει μια ξύλινη θήκη ρολογιού (Α.Μ. 1415) με διαστάσεις 1,97 εκ., 0,25 και 0,20 εκ. Το συγκεκριμένο αντικείμενο, σύμφωνα με επιγραφή που φέρει, κατασκευάσθηκε και ζωγραφίσθηκε το 1776 από τον ιερομόναχο Φιλάρετο, Πρωτοσύγκελο της Ιεράς Μονής Αγίου Ηρακλειδίου, ενώ αποτελούσε ¨κτῆμα τῆς μονῆς¨, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η θήκη αυτή χωρίζεται σε τρία μέρη, σε τρείς ζώνες. Στο μπροστινό μέρος και στα δύο πλαϊνά τμήματα της φέρει έγχρωμο ζωγραφισμένο διάκοσμο με φυτικές κυρίως παραστάσεις επι κυανοπράσινης βάσεως.
Στην κατώτερη ζώνη υπάρχουν διάφορα άνθη, ερυθρού και κίτρινου χρώματος, τριαντάφυλλα και μαργαρίτες, τα οποία και συμπλέκονται δημιουργώντας άνθινους σχηματισμούς.
Η κεντρική και μεγαλύτερη ζώνη διακοσμείται μ’ ένα μεγάλο δοχείο, από το οποίο εκφύονται υψηλοί κλάδοι που επιστέφονται με διάφορα άνθη, ερυθρά και λευκά.
Στην ανώτερη ζώνη εντύπωση προκαλεί η σφαίρα με τα δύο αντιμέτωπα πρόσωπα, το ένα ερυθρό και το άλλο κυανούν. Πρόκειται πιθανώς για τις προσωποποιήσεις του ήλιου και του φεγγαριού, στοιχεία που συνδέονται άμεσα με την αρχή και το τέλος της ημέρας.
Τα δύο πλαϊνά τμήματα της θήκης, πάνω και κάτω, διακοσμούνται με όρθιο, ανθεμωτό κλάδο που καθώς ανεβαίνει δημιουργεί κυματοειδείς σχηματισμούς.

Η θήκη αυτή εκτίθεται στους χώρους του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου, στην Πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού (εντός του περιβόλου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου).




Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Ελ. Παπαδημητρίου, Η τέχνη του ξύλου στην Κύπρο, Λευκωσία 2003.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.





Έκθεμα μήνα Μαρτίου 2018

Επ’ ευκαιρία της έκθεσης «Η Ζωή Μετά Θάνατον», το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών έχει επιλέξει για τον μήνα Μάρτιο να σας παρουσιάσει ένα ψάθινο καλάθι για ελιές (άππος) (Α.Μ. 14), με διαστάσεις 15Χ13 εκ. Το συγκεκριμένο αντικείμενο χρονολογείται στον 19ο αιώνα, ενώ αγοράσθηκε από το Μουσείο πριν από το 1950.

Τα καλάθια αυτά είχαν ιδιαίτερη χρήση όσον αφορά στα ταφικά έθιμα στην Κύπρο. Τα χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά και προσφορά ελιών μετά την κηδεία. Οι ελιές μαζί με το ψωμί, το χαλούμι και το κρασί αποτελούσαν την παρηγοριά (παρηορκά) που έδιδαν στους συλλυπούντες για να μνημονεύσουν τον νεκρό, συνήθως στον χώρο του κοιμητηρίου. Σε κάποια χωριά ακολουθούσε παράθεση γεύματος στο σπίτι του νεκρού.

Το καλάθι αυτό εκτίθεται στην Έκθεση «Η Ζωή Μετά Θάνατον» (μέχρι 14 Απριλίου), στους χώρους της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών (Πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, εντός του περιβόλου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου).

Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Χ. Ολυμπίου, «Τα περί θανάτου έθιμα στο Νέο Χωριό της επαρχίας Πάφου», στο: Η Ζωή μετά Θάνατον. Κατάλογος Έκθεσης (επιμ. Χ. Xοτζάκογλου, Iω. Ηλιάδη), Λευκωσία 2017, 167-174.
-Κ. Πρωτοπαπά, «Έθιμα στην παραδοσιακή ζωή της Κύπρου που σχετίζονται με τη μεταθανάτια ζωή», στο: Η Ζωή μετά Θάνατον. Κατάλογος Έκθεσης (επιμ. Χ. Χοτζάκογλου, Ιω. Ηλιάδη), Λευκωσία 2017, 161-166.
-Αρ. Ξενοφώντος, Από την Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της Κύπρου, Λευκωσία 2012, 75.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.


Έκθεμα μήνα Απριλίου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών έχει επιλέξει για τον μήνα Απρίλιο να παρουσιάσει ένα επίχρυσο, ξυλόγλυπτο τεμάχιο από τέμπλο (Α.Μ. 1066), με διαστάσεις 40Χ61 εκ. Το συγκεκριμένο ξυλόγλυπτο, σύμφωνα με επιγραφή, χρονολογείται στον 19ο αιώνα και συγκεκριμένα στο 1820, ενώ ανήκει στη συλλογή του Μουσείου από το 1963.
Φέρει ανάγλυφα επιχρυσωμένα φύλλα και μαργαρίτες, τα οποία συμπλέκονται σε πλοκάμους δημιουργώντας εντυπωσιακούς σχηματισμούς. Στο κέντρο του ξυλόγλυπτου, εντός καρδιόσχημου πλαισίου, ξεχωρίζει η επιγραφή, η οποία αναφέρει: «Εχρυσώθη τό παρόν τέμπλον διά συνδρομῆς τοῦ πρώην ἐπιτρόπου Βασιλίου προσκυνητῆ καί Δαπάνης τῶν ἐκ τῆς Ἐκκλησίας.1820».
Η κυπριακή λαϊκή ξυλογλυπτική διακρίνεται σε τρείς κατηγορίες: στην αστική, στην αγροτική και στην εκκλησιαστική. Τα πιο εντυπωσιακά δείγματα ανήκουν στην ομάδα της εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής, στην οποία περιλαμβάνονται: το ξυλόγλυπτο τέμπλο, ο άμβωνας, ο δεσποτικός θρόνος, τα προσκυνητάρια, η αγία Τράπεζα, τα αναλόγια των ψαλτών, οι επιτάφιοι, οι σκάμνοι, οι πόρτες, οι γυναικωνίτες κ.ά.
Οι ξυλογλύπτες, οι μάστορες του ξύλου, ονομάζονταν ταλιαδώροι και ήταν λίγοι και διάσπαρτοι σ’ ολόκληρο το νησί. Αργότερα, στα τέλη του 19ου αιώνα, εγκαταστάθηκαν στο Καϊμακλί γνωστοί μάστορες και αναπτύχθηκε η περιοχή σε κέντρο εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής. Πολύ γνωστοί ήταν ο Αγαθοκλής Χατζησάββας, ο Αρτέμης Παπαδόπουλος, ο Γεώργιος Κυριάκου, ο Αλέξανδρος Ταλιαδώρος και ο Φυλακτής Ταλιαδώρος, οι οποίοι σκάλισαν πολλά εικονοστάσια, θρόνους, άμβωνες σε όλη την Κύπρο.


Το ξυλόγλυπτο αυτό εκτίθεται στους χώρους του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου (Πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, εντός του περιβόλου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου).

Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Ελ. Παπαδημητρίου, Η τέχνη του ξύλου στην Κύπρο, Λευκωσία 2003.
-Κ. Πρωτοπαπά, «Οἱ ξυλογλύπτες τῆς νέας ἐκκλησίας», στο: (εκδό. Κ. Πρωτοπαπά) Προσκυνητάριο τῶν Ἱερῶν ναῶν Καϊμακλίου, Λευκωσία 2015, 91-97.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.


Έκθεμα μήνα Μαΐου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, για τον μήνα Μάιο έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει μια υαλογραφία (Α.Μ. 2478- 48x32 εκ.), μια ζωγραφιά δηλαδή πάνω σε γυαλί, η οποία χρονολογείται στον 20ο αιώνα και συγκεκριμένα στο 1921 σύμφωνα με επιγραφή που φέρει. Το συγκεκριμένο αντικείμενο έγινε δωρεά στο Μουσείο το 1983 από την Γκλόρια Κασσιανίδου.
Στην υαλογραφία αυτή απεικονίζονται δύο γυναικείες μορφές, ενδεδυμένες με μακριά ποδήρη φορέματα, κίτρινου και κυανού χρώματος. Πρόκειται για τις προσωποποιήσεις της Ελλάδας και της Κρήτης, όπως μας πληροφορεί και επιγραφή κάτω από έκαστην.
Οι δύο γυναίκες βαδίζουν μαζί αγκαλιασμένες και ασπάζονται μεταξύ τους. Η ¨Ελλάδα¨ φέρει στο κεφάλι διάδημα, πίσω απλώνεται μακρύς πορφυρός χιτώνας, ενώ με το αριστερό χέρι υψώνει την ελληνική σημαία. Η παράσταση, δεξιά και αριστερά, περιβάλλεται από κλάδους δάφνης.
Στα χωριά της Μεσαορίας η ζωγραφική σε γυαλί ήταν πολύ διαδεδομένη τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και αυτά δίνονταν συνήθως ως προίκα για να στολίζουν την κατοικία τους. Οι δημιουργοί των έργων αυτών έκαναν τις ζωγραφιές σε γυαλί για βιοπορισμό, παράλληλα με τις άλλες ασχολίες τους (γεωργοί κ.α.), αφού το επάγγελμα τους εξαρτιόταν άμεσα από τις καιρικές συνθήκες και ήταν ασταθές.
Οι ζωγραφιές γίνονταν με σμάλτο σε διάφορα χρώματα, ενώ περιείχαν κολλώδεις ουσίες για να διατηρούνται στην επιφάνεια του γυαλιού. Το σχέδιο αποτυπωνόταν ανάποδα στο πίσω μέρος του γυαλιού με τέτοιο τρόπο ώστε να φαίνεται κανονικά η ζωγραφιά στο μπροστινό μέρος του γυαλιού. Σχεδίαζαν πρώτα το περίγραμμα με μαύρο χρώμα και ακολούθως έβαζαν τα χρώματα που ήθελαν. Όταν τελείωναν και στέγνωναν οι μπογιές κάλυπταν ολόκληρη την επιφάνεια με το χρώμα του φόντου, συνήθως κίτρινο ή θαλασσί.
Στις υαλογραφίες αυτές απεικονίζονται θέματα ιστορικά, μυθολογικά, λαογραφικά, θρησκευτικά, εθνικά, προσωπογραφίες και οικογενειακές φωτογραφίες, αλλά και διάφορα διακοσμητικά θέματα. Πρότυπα τους είχαν χαλκογραφίες που τυπώνονταν στην Αθήνα κατά την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων, αλλά και εικόνες από βιβλία που μπορούσαν να μελετήσουν.
Σε αρκετές υαλογραφίες αναγράφεται η χρονολογία δημιουργίας τους, σε ελάχιστες όμως το όνομα του ζωγράφου, οι οποίοι άφηναν τα έργα τους ανυπόγραφα. Ακόμη και οι γνωστοί λαϊκοί Κύπριοι ζωγράφοι όπως ο Μιχαήλ Κκάσιαλος και ο Αδαμάντιος Διαμαντής, είχαν ασχοληθεί με το είδος αυτό, χωρίς να αφήνουν την υπογραφή τους στα έργα τους. Γνωστά ονόματα λαϊκών ζωγράφων είναι του Αθανάσιου Αντώνη από εικόνα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και του Γεωργίου Κκαντωνή σε πίνακες από την Περιστερωνοπηγή.

Η υαλογραφία εκτίθεται στους χώρους της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, στην Πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού (εντός του περιβόλου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου).



Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22432578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Ε. Παπαδημητρίου, Λαϊκή ζωγραφική, εγχάραξη και γλυπτική, Λευκωσία 2010.
-Μ. Δημητρίου, Θησαυροί του Εθνογραφικού Μουσείου Κύπρου, Λευκωσία 2002.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.

Έκθεμα μηνός Ιουνίου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει για τον μήνα Ιούνιο ένα μεγάλο πήλινο πιθάρι (Α.Μ. 3675), το οποίο εντάχθηκε προσφάτως στη συλλογή του Μουσείου (Απρίλιος 2018), μετά από δωρεά της κυρίας Μάρως Ασπρή από το χωριό Γέρι.
Το συγκεκριμένο πιθάρι, σύμφωνα με επιγραφή που φέρει, χρονολογείται στον 19ο αιώνα και συγκεκριμένα στο 1803, ενώ είναι διακοσμημένο με δύο μόνο ανάγλυφες γραμμές που το ζώνουν («ζωνάρκα»).
Τα πιθάρια αυτά κατασκευάζονταν συνήθως στα χωριά Φοινί και Κόρνος και οι τεχνίτες χρησιμοποιούσαν ως βασικό υλικό τον πηλό (κόκκινο χώμα μαζί με μαυρόχωμα), ενώ σε αντίθεση με άλλα μικρότερα αγγεία δεν κατασκευάζονταν ολόκληρα στον τροχό. Η κατασκευή του πιθαριού διαρκούσε 20-45 μέρες ανάλογα με το μέγεθός τους.
Έφτιαχναν τη βάση του πιθαριού έως τη μέση κι ακολούθως πρόσθεταν λωρίδες από πηλό, ενώ κατά διαστήματα έβρεχαν το αγγείο με ένα βρεγμένο ύφασμα, για να βοηθήσει τον πηλό να απλωθεί πιο εύκολα προς τα πάνω. Η διαδικασία αυτή συνεχιζόταν μέχρι να πάρει το τελικό σχήμα και μέγεθος. Μετά έπρεπε να μείνει σε σκιερό μέρος για περίπου 10-15 μέρες, να στεγνώσει και να μπει στο καμίνι να ψηθεί.
Κάποια πιθάρια ήταν τόσο μεγάλα που δεν μπορούσαν να περάσουν από την πόρτα των σπιτιών, γι αυτό και τα κατασκεύαζαν επί τόπου, εντός του σπιτιού.
Η χρήση των πιθαριών αυτών ήταν συνήθως για αποθήκευση κρασιού, νερού και λαδιού, ενώ το εσωτερικό τους ήταν αλειμμένο με πίσσα του πεύκου για να διατηρεί τα υγρά αυτά.
Σήμερα τα πιθάρια αυτά χρησιμοποιούνται ως διακοσμητικά στους κήπους των σπιτιών και ελάχιστα για αγροτικούς σκοπούς.

Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές αποταθείτε στο τηλ. 22.432578.
Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.


Πηγές:
-Μ. Δημητρίου, Παραδοσιακή Αγγειοπλαστική στην Κύπρο, Λευκωσία 2001.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.
-http://www.phinivillage.com/cgibin/hweb?-A=29&-V=traditionaljobs.

Έκθεμα μηνός Ιουλίου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου, της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει ως έκθεμα του μηνός Ιουλίου 2018 μια κολοκύθα (κολότζι) με εγχάρακτες διακοσμήσεις (Α.Μ. 1944). Το συγκεκριμένο αντικείμενο, όπως μας πληροφορεί και επιγραφή που φέρει, αποτελεί έργο του Χρίστου Σταυρή, προέρχεται από το χωριό Πραστειό Μεσαορίας και χρονολογείται στο 1930. Από το Μουσείο αγοράσθηκε το 1971.
Φέρει πλούσια εγχάρακτη διακόσμηση στο λαιμό με κάθετες ζώνες από διάφορα γεωμετρικά (ρόμβους, κυματιστές γραμμές, κύκλους κ.α.) και φυτικά μοτίβα. Η σφαιρική γάστρα της κολοκύθας διακοσμείται σε πρώτο επίπεδο με μορφές ηρώων της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονται κλάδοι, ενώ πιο κάτω σε δεύτερο επίπεδο, υπάρχουν παραστάσεις με διάφορα ζώα, όπως κροκόδειλοι, τίγρεις, γουρούνια, νυχτερίδες και πτηνά. Τα κενά γεμίζουν γεωμετρικά διακοσμητικά σχήματα.
Το χάραγμα, η διακόσμηση, γινόταν πριν ωριμάσει το κολοκύθι, αφού τότε η επιφάνεια δουλευόταν ευκολότερα. Οι φρεσκοκομμένες κολοκύθες έχουν ανοικτό κίτρινο χρώμα και ο χαράκτης για να επιτύχει το αποτέλεσμα που ήθελε, τις άλειφε με λάδι ή πυρίτιδα για να μαυρίσουν οι διακοσμήσεις που έκανε στο ανοικτόχρωμο βάθος. Με την πάροδο του χρόνου αποκτούν ένα γυαλιστερό, κοκκινωπό χρώμα.
Οι διακοσμήσεις γίνονταν με λεπίδι, καρφί ή και βελόνι για τις λεπτομέρειες. Στον ραδινό λαιμό γινόταν συνήθως η πιο πλούσια διακόσμηση με ζώνες από ρόμβους, ρόδακες, σταυρούς, κύκλους κ.ά. Στην σφαιρική γάστρα, εκτός από την συνηθισμένη γεωμετρική διακόσμηση τοποθετούσαν παραστάσεις με ανθρώπινες μορφές, πτηνά, ζώα, ψάρια, καράβια, γοργόνες, σκηνές από τη μυθολογία, την ελληνική ιστορία, την καθημερινή ζωή, αλλά και τη θρησκεία.
Οι κολοκύθες ήταν απαραίτητες για κάθε οικία στις αγροτικές κυρίως περιοχές και είχαν ποικίλες χρήσεις. Ως ποτήρι, ως δοχείο για νερό ή κρασί, ως θήκη για τα πιρούνια και μαχαίρια, ακόμα και για φύλαξη της πυρίτιδας του κυνηγού. Τα ωραιότερα δείγματα προέρχονται κυρίως από τη Μεσαορία και την Πάφο. Ποικιλία κολοκύθων εκτίθεται στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.


Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές αποταθείτε στο τηλ. 22432.578.
Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Ελ. Παπαδημητρίου, Η τέχνη του ξύλου στην Κύπρο, Λευκωσία 2003.
-Ελ. Παπαδημητρίου, Λαϊκή ζωγραφική, εγχάραξη και γλυπτική, Λευκωσία 2010.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου
-Α. Γ. Πιερίδη, Κυπριακή Λαϊκή Τέχνη, Λευκωσία 1991.

Έκθεμα μηνός Αυγούστου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου, της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών έχει επιλέξει να παρουσιάσει ως έκθεμα του μηνός Αυγούστου 2018 ένα ασημένιο διακοσμητικό πιάτο με διάμετρο 31 εκ. (Μ.Α 387). Το πιάτο αυτό είναι διακοσμημένο με μια παράσταση από την ελληνική μυθολογία, εκείνη από τον μύθο της Λήδας και του κύκνου.
Κατά τον Απολλόδωρο η Λήδα ήταν θυγατέρα του βασιλιά της Αιτωλίας Θέστιου, ενώ κατ’ άλλους πατέρας της αναφέρεται ο Γλαύκος. Η Λήδα ήταν σύζυγος του βασιλιά της Σπάρτης Τυνδάρεω, από τον οποίο γέννησε τέσσερεις θυγατέρες, την Τιμάνδρα, την Κλυταιμνήστρα, τη Φοίβη και τη Φιλονόη.
Ο πιο γνωστός μύθος για τη Λήδα διηγείται ότι ο Δίας την είδε στον Ταΰγετο και αισθάνθηκε γι' αυτήν μεγάλο πόθο. Γι' αυτό πήγε στην Αφροδίτη και της ζήτησε τη συμβουλή και τη βοήθειά της. Η Αφροδίτη τότε μεταμόρφωσε τον Δία σε λαμπρό κύκνο και τον εαυτό της σε αετό και αμέσως άρχισε να τον καταδιώκει. Ο Δίας ως κύκνος, καταδιωκόμενος, ζήτησε καταφύγιο από τη Λήδα, η οποία τον δέχτηκε τρυφερά και τον ζέστανε στην αγκαλιά της. Όμως, μετά την πάροδο εννέα μηνών από αυτό το συμβάν, η Λήδα γέννησε δύο αυγά. Από το κάθε ένα δεν βγήκαν κύκνοι, αλλά δύο ζεύγη διδύμων, ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης και η ωραία Ελένη και η Κλυταιμνήστρα. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή από το ένα αυγό βγήκε ο Πολυδεύκης και η ωραία Ελένη, ως παιδιά του Δία, και από το άλλο ο Κάστωρ και η Κλυταιμνήστρα, ως παιδιά του Τυνδάρεω.
Η αργυροχοΐα στην Κύπρο ήταν μια τέχνη πολύ διαδεδομένη κατά τον 17ο με 19ο αιώνα, κάτι που φαίνεται και από τα πολλά αντικείμενα και κοσμήματα που σώζονται σε διάφορες συλλογές και μουσεία. Τα μεγαλύτερα και σπουδαιότερα εργαστήρια βρίσκονταν κυρίως στην Λευκωσία, εκεί όπου πωλούσαν περισσότερο τα εργόχειρά τους. Πολύ διαδεδομένα ήταν τα κοσμήματα, όπως περιδέραια, σταυροί, σκουλαρίκια, δακτυλίδια, καθώς και ασημένια οικιακά σκεύη, θυμιατήρια, μυροδοχεία («μερρέχες»), συνδυασμός των δύο προηγουμένων (καπνιστομέρρεχα), κύπελλα (ζάρφια) κ.ά. Στα μεγάλα χωριά υπήρχαν επίσης αρκετοί τεχνίτες που κατασκεύαζαν ασημένιους δίσκους, κύπελλα, πηρουνάκια, κουταλάκια. Για την κατασκευή των σκευών αυτών χρησιμοποιούσαν ποικίλες τεχνικές, όπως η συρματερή (τριφούρι, φιλιγκράν), η εγχάρακτη, η έκκρουστη, η διάτρητη και η χυτή.

Στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου εκτίθεται η μεγαλύτερη συλλογή αργυροχρυσοχοΐας της Κύπρου.


Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Μ. Δημητρίου, Θησαυροί του Εθνογραφικού Μουσείου Κύπρου, Λευκωσία 2002.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.
-Α. Γ. Πιερίδη, Κυπριακή Λαϊκή Τέχνη, Λευκωσία 1991.

Έκθεμα μήνα Σεπτεμβρίου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, για τον μήνα Σεπτέμβριο έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει μια υαλογραφία, μια ζωγραφιά δηλαδή πάνω σε γυαλί, με διαστάσεις 46,5x36,5 εκ. (Α.Μ.1967). Το συγκεκριμένο αντικείμενο χρονολογείται στον 20ο αιώνα, ενώ αγοράσθηκε από το Μουσείο τον Μάιο του 1971 από το κατεχόμενο χωριό Λύση.
Στην υαλογραφία παριστάνεται μετωπικά μια ανδρική μορφή, πλαισιωμένη από ανθοφόρους κλάδους, ερυθρού και κίτρινου χρώματος. Πρόκειται για τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, Υδραίο στρατιωτικό και πολιτικό, ήρωα των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) και πρώτο Πρόεδρο της Β’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Εικονίζεται ενδεδυμένος με την επίσημη στολή και τα παράσημά του, ενώ χαρακτηριστικό στοιχείο αποτελεί το μεγάλο μουστάκι του. Αξιοπρόσεκτα είναι επίσης τα τονισμένα περιγράμματα στο πρόσωπο, τα μεγάλα μάτια και τα χονδρά φρύδια. Η υαλογραφία αυτή αποτελεί ένα χαρακτηριστικό, θα λέγαμε, παράδειγμα της λαϊκής ζωγραφικής.
Στα χωριά της Μεσαορίας η ζωγραφική σε γυαλί ήταν πολύ διαδεδομένη τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Αυτά αποτελούσαν συνήθως μέρος της προίκας για διακόσμηση της κατοικίας τους. Οι δημιουργοί των έργων αυτών έκαναν τις ζωγραφιές σε γυαλί για βιοπορισμό, παράλληλα με τις άλλες ασχολίες τους (γεωργοί κ.α.).
Οι υαλογραφίες γίνονταν με σμάλτο σε διάφορα χρώματα, ενώ περιείχαν κολλώδεις ουσίες για να διατηρούνται στην επιφάνεια του γυαλιού. Το σχέδιο αποτυπωνόταν ανάποδα στο πίσω μέρος του γυαλιού με τέτοιο τρόπο, ώστε να φαίνεται κανονικά η ζωγραφιά στο μπροστινό μέρος του γυαλιού. Σχεδίαζαν πρώτα το περίγραμμα με μαύρο χρώμα και ακολούθως έβαζαν τα χρώματα που ήθελαν, τα οποία ποτέ δεν αναμείγνυαν, αλλά διέθεταν για το καθένα ξεχωριστό κουτί. Όταν τελείωναν και στέγνωναν οι μπογιές κάλυπταν ολόκληρη την επιφάνεια με το χρώμα του βάθους, συνήθως κίτρινο ή θαλασσί.
Στις υαλογραφίες αυτές απεικονίζονται θέματα ιστορικά, μυθολογικά, λαογραφικά, θρησκευτικά, εθνικά, προσωπογραφίες, οικογενειακές φωτογραφίες, αλλά και διάφορα διακοσμητικά θέματα. Σε αρκετές υαλογραφίες αναγράφεται η χρονολογία δημιουργίας τους, σε ελάχιστες όμως το όνομα του ζωγράφου, οι οποίοι άφηναν τα έργα τους ανυπόγραφα. Ακόμη και οι γνωστοί λαϊκοί Κύπριοι ζωγράφοι όπως ο Μιχαήλ Κάσιαλος και ο Αδαμάντιος Διαμαντής είχαν ασχοληθεί με το είδος αυτό, χωρίς να αφήνουν την υπογραφή τους στα έργα τους. Γνωστά ονόματα λαϊκών ζωγράφων είναι του Αθανάσιου Αντώνη από εικόνα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του Γεωργίου Καντωνή σε πίνακες από την Περιστερωνοπηγή, του Ιωάννη Αθανασίου από τη Λύση, του Χατζηχριστόδουλου Χαραλάμπους από το Παραλίμνι κ.ά.

Η υαλογραφία εκτίθεται στους χώρους της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, στην Πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού (εντός του περιβόλου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου).

Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Ελ. Παπαδημητρίου, Λαϊκή ζωγραφική, εγχάραξη και γλυπτική, Λευκωσία 2010.
-Μ. Δημητρίου, Θησαυροί του Εθνογραφικού Μουσείου Κύπρου, Λευκωσία 2002.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.

Έκθεμα μήνα Οκτωβρίου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, για τον μήνα Οκτώβριο έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει μια φιγούρα του θεάτρου σκιών (Ελλάς), μια δημιουργία που έχει ως πρώτη ύλη το χαρτόνι, με ύψος 52 εκ. (Α.Μ.2575). Το συγκεκριμένο αντικείμενο χρονολογείται στον 20ο αιώνα, ενώ εισήχθη στο Μουσείο στις 5 Ιουνίου του 1983 με αγορά, από τον Χριστόδουλο Πάφιο.
Η φιγούρα, έχει κατασκευασθεί από χαρτόνι, το οποίο έχει αποκοπεί με τρόπο τέτοιο ώστε να απεικονίζει ανθρώπινη γυναικεία μορφή. Στην ουσία η συγκεκριμένη φιγούρα αποτελείται από δύο τμήματα χαρτονιού που ενώνονται και συγκρατώνται μεταξύ τους μέσω μιας οπής, την οποία διαπερνά σχοινί. Κατ΄αυτόν τον τρόπο κατά την διάρκεια της παράστασης του θεάτρου σκιών προσδίδεται στη φιγούρα κίνηση. Η φιγούρα μας παρουσιάζει και το καλλιτεχνικό κομμάτι του δημιουργού της καθώς είναι, επιζωγραφισμένη. Χαρακτηριστικό, το οποίο συναντούμε σε όλες τις φιγούρες, είτε θα είναι απλά επιζωγραφισμένες, είτε άλλες φορές αποτελούνται από διάφορα χρωματιστά υφάσματα, τα οποία επικολλούσαν οι καλλιτέχνες. Με αυτό τον τρόπο αποδίδονταν η ενδυμασία. Βέβαια υπάρχουν και περιπτώσεις που αποδίδεται και η μορφή του δέρματος στη φιγούρα, με την επιλογή της διάφανης κάλτσας. Η συγκεκριμένη φιγούρα παρουσιάζει την Ελλάδα ως ανθρώπινη γυναικεία μορφή.
Η τέχνη του Καραγκιόζη καθρεπτίζει απόλυτα ένα μέρος της λαϊκής τέχνης. Στην Κύπρο έφθασε στις αρχές του 20ού αιώνα και έγινε γνωστή μέσω των Ελλήνων καραγκιοζοπαικτών, που έδιναν παραστάσεις στη Κύπρο. Η διδαχή της τέχνης σε Κυπρίους έγινε είτε επί τόπου από τους Ελλαδίτες καραγκιοζοπαίκτες, είτε από τους Κύπριους εθελοντές πολέμου που πήγαιναν στην Ελλάδα κατά την περίοδο των ελληνικών εθνικών αγώνων, κατά τη διάρκεια των πολέμων του 1897, των Βαλκανικών Πολέμων και των δύο Παγκόσμιων Πολέμων. Στη συνέχεια διαδόθηκε από τους Κύπριους καραγκιοζοπαίκτες σε χωριά και πόλεις της Κύπρου. Ανάμεσα στους πρώτους καραγκιοζοπαίκτες που έφθασαν στην Κύπρο από την Ελλάδα ήταν και ο Γεράσιμος από την Κεφαλονιά, που θεωρείται πατέρας του κυπριακού θεάτρου σκιών. Είχε πολλούς Κύπριους μαθητές, ένας εξ΄ αυτών ήταν και ο Χριστόδουλος Πάφιος, ο οποίος έδωσε παραστάσεις και εκτός Κύπρου, όπως στην Αθήνα το 1937, το 1938 και το 1946, στο Μόναχο το 1978, και στη Γαλλία το 1981.

Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Γεώργιος Σάλλο.

Πηγές:
-Μ. Δημητρίου-Πρωτοπαπά, Ο Καραγκιόζης. Το θέατρο σκιών στην Κύπρο, Λευκωσία 2004.
-Ελ. Παπαδημητρίου, Λαϊκή ζωγραφική, εγχάραξη και γλυπτική, Λευκωσία 2010.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.


Έκθεμα μήνα Νοεμβρίου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, για τον μήνα Νοέμβριο έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει μια ξύλινη σουβάντζα (Α.Μ.1088), ένα ξύλινο δηλαδή ράφι, με έγχρωμη διακόσμηση και διαστάσεις 3,32 x 0,22 x 0,19 εκ.. Το συγκεκριμένο αντικείμενο ανήκει στις συλλογές του Μουσείου από το 1963 και προέρχεται από την κατεχόμενη κωμόπολη της Ακανθούς της επαρχίας Αμμοχώστου.
Το εγκάρσιο τμήμα φέρει έγχρωμη, σε χαμηλό ανάγλυφο και επαναλαμβανόμενη διακόσμηση με παράλληλες κυματοειδείς ταινίες, αναμεταξύ των οποίων, αλλά και σε κάθε κυματισμό αναφύονται μαργαρίτες ποικίλλων χρωμάτων. Στο μέσον του, εντός μεταλλίου κυανού χρώματος, ξεχωρίζει ένας μεγάλος σταυρός, πλαισιωμένος δεξιά και αριστερά με δοχεία, από τα οποία φύονται υψηλοί κλάδοι, που επιστέφονται με διάφορα άνθη, ερυθρά, κίτρινα και πράσινα.
Το οριζόντιο άνω τμήμα της σουβάντζας φέρει οδοντωτή στέψη, διακοσμημένη με διάφορα χρώματα. Στο κάτω μέρος παρατηρούμε παρόμοια με το κάθετο τμήμα διακόσμηση, ενώ προστίθενται και άλλα διακοσμητικά στοιχεία, όπως ρόδακες κ.ά.
Οι σουβάντζες κοσμούσαν συνήθως το μεγάλο δωμάτιο του σπιτιού και επάνω τους τοποθετούσαν πιάτα, μερρέχες, κολοκύθες (κολότζια), πανέρια (τσέστους) κ.ά.
Η Ακανθού ήταν ένα από τα κυριότερα κέντρα ξυλογλυπτικής στην Κύπρο, με τα έπιπλα του αγροτικού σπιτιού όπως κασέλες, ερμάρια, σουβάντζες, τοιχάρμαρα να ξεχωρίζουν. Διακοσμούνται συνήθως με φυτικά και γεωμετρικά μοτίβα, πουλιά, ζώα, ψάρια, αγγέλους, γοργόνες κ.ά., τα οποία ακολούθως χρωματίζονται με λαδομπογιά σε διάφορους χρωματισμούς. Σύμφωνα με τους ντόπιους, ο τρόπος αυτός συνδυασμού της ξυλογλυπτικής και της έγχρωμης διακόσμησης διαδόθηκε από κάποιον Ελλαδίτη ξυλογλύπτη που είχε έρθει στην Ακανθού κατά τον 19ο αιώνα.

Η σουβάντζα αυτή εκτίθεται στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου, στην Πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού (εντός του περιβόλου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου).

Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Ελ. Παπαδημητρίου, Η τέχνη του ξύλου στην Κύπρο, Λευκωσία 2003.
-Ελ. Παπαδημητρίου, Λαϊκή ζωγραφική, εγχάραξη και γλυπτική, Λευκωσία 2010.
-Μ. Δημητρίου, Θησαυροί του Εθνογραφικού Μουσείου Κύπρου, Λευκωσία 2002.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.


Έκθεμα μήνα Δεκεμβρίου 2018

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, για τον μήνα Δεκέμβριο, έχει επιλέξει να σας παρουσιάσει ως έκθεμα μήνα ένα κέρινο ομοίωμα κεφαλής γυναικός (Α.Μ.1651). Πρόκειται για ένα κέρινο τάμα με διαστάσεις 0,20 x 0,17 x 0,40 εκ.
Το συγκεκριμένο αντικείμενο προέρχεται από τον ναό του Αγίου Χαραλάμπους στην κοινότητα Πηγαινιών και το προσέφερε κάποια πιστή για να παρακαλέσει τον Άγιο να θεραπεύσει την ίδια από ασθένεια που έπασχε. Ανήκει στις συλλογές του Μουσείου μας από τον Οκτώβριο του 1969, όταν δωρήθηκε από τον π. Χαράλαμπο Πρωτοπαπά κατά την λαογραφική αποστολή στην Τηλλυρία.
Τα τάματα, κατασκευασμένα συνήθως από κερί και τυποποιημένα πλέον, είναι συνδεδεμένα διαχρονικά με την πίστη και τις δοξασίες του λαού μας. Οι πιστοί παραγγέλνουν στους κηροπλάστες είτε το ομοίωμα του σώματος είτε του μέλους τους που πάσχει και που επιθυμούν να αφιερώσουν στον άγιο. Ακολούθως τα εναποθέτουν κάτω από την εικόνα του αγίου ή τα αναρτούν από αυτήν.

Το κέρινο αυτό ομοίωμα εκτίθεται στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου, στην Πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού (εντός του περιβόλου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου).

Για περισσότερες πληροφορίες και νέες δωρεές μπορείτε να αποταθείτε στο τηλ. 22.432.578.

Επιμέλεια κειμένου: Κωνσταντίνος Θεοφάνους.

Πηγές:
-Ελ. Παπαδημητρίου, Λαϊκή ζωγραφική, εγχάραξη και γλυπτική, Λευκωσία 2010.
-Μ. Δημητρίου, Θησαυροί του Εθνογραφικού Μουσείου Κύπρου, Λευκωσία 2002.
-Γ. Χ. Παπαχαραλάμπους, Κυπριακά ήθη και έθιμα, Λευκωσία 1965.
-Αρχείο Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου.